Forza mediazione: Φορολογικα κινητρα για την ενισχυση της διαμεσολαβησης;

Vacanze romane

Δυνάμει του Ν. 206/2021, το Κοινοβούλιο της Ιταλίας εξουσιοδότησε τη τότε κυβέρνηση τεχνοκρατών του M. Draghi να προβεί σε εκτεταμένες αλλαγές στον ιταλικό ΚΠολΔ (“CPC”), με πρωταρχικούς στόχους την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και την επιτάχυνση της πολιτικής δικαιοσύνης (μας θυμίζει, άραγε, κάτι οικείο αυτή η στοχοθεσία;). Στο μικροσκόπιο, όμως, των μεταρρυθμίσεων βρέθηκαν και οι εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης διαφορών, ειδικότερα, δε, η διαμεσολάβηση (“mediazione”). Πρόκειται για ένα θεσμό με επιτυχημένη, μάλλον, πορεία στη γειτονική χώρα – γεγονός που μνημονεύεται πανηγυρικά και στην αιτιολογική έκθεση του ημεδαπού Ν. 4640/2019 -, ο οποίος, σε ορισμένες κατηγορίες διαφορών, έχει αναχθεί (όπως και σε εμάς) σε υποχρεωτική προδικασία της προσφυγής στη δικαιοσύνη.

Συνακόλουθα, στις 10.10.2022, δημοσιεύτηκε το Νομοθετικό Διάταγμα (“Decreto Legislativo”) 149/2022, με το οποίο πραγματώνεται η παραπάνω νομοθετική βούληση. Η riforma Cartabia” (η μεταρρύθμιση έλαβε το όνομα της τότε Υπουργού Δικαιοσύνης της χώρας και επιφανούς νομικού, Marta Cartabia) επέφερε ριζικές τροποποιήσεις στον CPC, αλλά και σε λοιπά νομοθετήματα δικονομικού δικαίου. Ένα εξ αυτών είναι το Νομοθετικό Διάταγμα 28/2010, το ρυθμιστικό βεληνεκές του οποίου καταλαμβάνει τη διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις. Πράγματι, με το άρ. 7 του Διατάγματος Cartabia επήλθε μια σειρά σημαντικών αλλαγών στο σύνολο, σχεδόν, της ιταλικής lex mediationis.

Εν προκειμένω, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η τροποποίηση του άρ. 20 Ν.Δ. 28/2010. Ειδικότερα, εισήχθη μια σειρά φορολογικής φύσης ελαφρύνσεων, παρεχόμενων, πρωτίστως, στα μέρη που φιλονικούν ή αντιδικούν (αλλά και στους Οργανισμούς Διαμεσολάβησης), εφόσον επιτύχουν ορισμένα αποτελέσματα που συνέχονται με τη διαδικασία της διαμεσολάβησης. Έτσι, σύμφωνα με το άρ. 20 § 1, χορηγείται έκπτωση φόρου (“credito d’ imposta“), εφόσον:

1. Τα μέρη κατορθώσουν να επιλύσουν τη διαφορά τους με διαμεσολάβηση, συντάσσοντας σχετικό πρακτικό με το διαμεσολαβητή. Στη περίπτωση αυτή, χορηγείται έκπτωση που καλύπτει τα συνολικά έξοδα που καταβλήθηκαν προς τον Οργανισμό Διαμεσολάβησης, σύμφωνα με το άρ. 17 §§ 3, 4 ως και το ποσό των 600 ευρώ.

2. Συμμετέχουν σε ΥΑΣ (στις διαφορές που απαριθμούνται στο άρ. 5 § 1 του Διατάγματος) ή σε συνεδρία που διατάχθηκε από το δικαστήριο. Στη περίπτωση αυτή δικαιούνται (επιπλέον της υπό [1] έκπτωσης) την «επιστροφή» ποσού ύψους ως και 600 ευρώ, που αντιστοιχεί στην αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου για τη παράστασή του στις συνεδρίες της διαμεσολάβησης. Αν όμως τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία, η έκπτωση μειώνεται στο ήμισυ (300 ευρώ) (άρ. 20 § 2).

Πάντως, εάν οι εκπτώσεις φόρου συνέχονται με την ίδια διαδικασία διαμεσολάβησης, το συνολικό τους ποσό δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 600 ευρώ.

Τέλος, δυνάμει του άρ. 20 § 3, εφόσον τα μέρη επιλύσουν τη διαφορά τους με διαμεσολάβηση, ενόσω διαρκεί η δίκη, τα μέρη δικαιούνται μια περαιτέρω έκπτωση ύψους ως και 518 ευρώ, ίση με τη «δικαστική συνεισφορά» (“contributo unificato“) που καταβάλεται σε περιπτώσεις κατάργησης της διαδικασίας (βλ. άρ. 310 CPC).

Επομένως, βάσει των ανωτέρω, στο σενάριο όπου έχει ασκηθεί αγωγή και η διαφορά επιλύεται με διαμεσολάβηση, ο ενάγων μπορεί, υπό περιστάσεις, να αιτηθεί credito d’ imposta συνολικού ύψους ως 1.118 ευρώ. Not bad! Έτσι, απεμπλέκεται από (πιθανόν, δαπανηρό και πολύχρονο) δικαστικό αγώνα, μειώνοντας, συνάμα, το φορολογητέο εισόδημά του.

Μια αναγκαία καινοτομία για το Ν.4640/2019;

Η παροχή φορολογικών κινήτρων για την ανάπτυξη των μεθόδων ADR δεν είναι καινοφανής ιδέα (βλ. C. J. Prechtel, Tax Incentives for Using Alternative Dispute Resolution Methods, Ohio State Journal on Dispute Resolution Vol. 3:1 1987.263). Βασίζεται στην απλή παραδοχή ότι τα οικονομικά (εν προκειμένω, με δημοσιονομική χροιά) κίνητρα επιδρούν καταλυτικά στο καθημερινό decision-making μας. Και κατά τη γνώμη μου, μπορεί, πράγματι, να μεταβάλλει άρδην τη στάση των κοινωνων του δικαίου έναντι της διαμεσολάβησης, ιδίως σε διαφορές με χαμηλό, αποτιμητό σε χρήμα αντικείμενο (όπως εκείνες που υπάγονται στην υλική αρμοδιότητα του Ειρηνοδίκη). Διότι, δια της παροχής φορολογικού κινήτρου, δίδεται στο διάδικο η δυνατότητα να γλυτώσει τα επιμέρους κόστη της δικαστικής δαπάνης και συγχρόνως, να κληθεί να καταβάλει μειωμένο φόρο, εν είδει επιβράβευσης για τη διαμεσολαβητική επίλυση της διαφοράς και τη συμβολή του στην εξοικόνομηση πολύτιμων δικαστικών πόρων. Με άλλα λόγια, μιλάμε για win-win κατάσταση τόσο για τον πολίτη όσο και για το κράτος. Συνεπώς, το οικονομικό κίνητρο ανάγεται σε πραγματικό εχέγγυο επιτυχίας της διαμεσολάβησης και ειδικότερα, της ΥΑΣ.

Κατά τούτο, η λύση του αναθεωρητικού Ιταλού νομοθέτη είναι όχι μόνο επιδοκιμαστέα, άλλα και άξια πειραματισμού στην ημεδαπή. Πράγματι, μια μελλοντική – και επιβεβλημένη – μεταρρύθμιση του Ν. 4640/2019 οφείλει, πιστεύω, να λάβει σοβαρά υπόψη της τούτη την οικονομική παράμετρο. Θα μπορούσε, λοιπόν, σε ορισμένες περιπτώσεις (π.χ. επιτυχημένη διαμεσολάβηση ή αυτοπρόσωπη παρουσία στην ΥΑΣ) να προβλεφθούν όρια επιστροφής φόρου εισοδήματος, ίσα προς την αμοιβή του διαμεσολαβητή ή/και τα κόστη του κέντρου διαμεσολάβησης (επί θεσμικής διαμεσολάβησης), των νομικών παραστατών των μερών στην ΥΑΣ ή του γραμματίου του άρ. 5 Ν. 4640/2019, του παραβόλου κατάθεσης του πρακτικού, ποσοστού του δικαστικού ενσήμου ή της δικαστικής δαπάνης γενικότερα κ.α.

Το ύψος της επιστροφής μπορεί να καθορίζεται (και να αναπροσαρμόζεται) με υπουργική απόφαση. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να προβλεφθούν ποινές (ποινικής και πειθαρχικής ευθύνης) για όσους συντάσσουν, σε συμπαιγνία με τον διαμεσολαβητή, πρακτικά διαμεσολάβησης επί ανύπαρκτων διαφορών, προκειμένου να εκμεταλλευτούν τις ευνοϊκε΄ς φορολογικές ρυθμίσεις.

Ακόμα πιο ρηξικέλευθα, η επιτυχημένη διαμεσολάβηση θα μπορούσε να συνοδεύεται κι’ από λοιπές κρατικές παροχές, όπως, λ.χ., απαλλαγή από έξοδα προς δημόσιες υπηρεσίες (π.χ. Υποθηκοφυλακείο, Ληξιαρχείο κ.α.) κατά τη κατάθεση του πρακτικού του άρ. 8 Ν. 4640/2019 σε αυτές.

Φρονώ – δίχως, βέβαια, να μπορώ να το υποστηρίξω με παραπομπή σε εμπειρικά δεδομένα – ότι μια τροποποίηση του Ν. 4640/2019 με τέτοιο περιεχόμενο, συνδυαστικά, φυσικά, με λοιπές αλλαγές, θα έδινε πραγματική ώθηση στη διαμεσολάβηση και κυρίως, θα προσέδιδε αυξημένη αποτελεσματικότητα στην ΥΑΣ. Παραφράζοντας τον Bon Jovi στο Livin’ on a Prayer, “let’s give it a shot“.

Leave a Reply